εθνισμός

εθνισμός
ο
1. εθνικότητα
2. εθνική συνείδηση
3. η αγάπη και αφοσίωση ενός ατόμου προς το έθνος του ως αυθύπαρκτης και ισότιμης συνυπάρχουσας οντότητας στο πλαίσιο τής διεθνούς κοινότητας.
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. μαρτυρείται από το 1826 στον Νικόλ. Σπηλιάδη].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • εθνισμός — ο 1. η εθνικότητα (βλ. λ.). 2. η εθνική συνείδηση, ο πατριωτισμός, η φιλοπατρία: Ο εθνισμός του είναι πολύ χαμηλός …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Язычество — Запрос «Язычник» перенаправляется сюда; см. также другие значения. Традиционные религии …   Википедия

  • έθνος — Τίτλος εφημερίδων. 1. Ημερήσια αθηναϊκή καθημερινή εφημερίδα με εκδότη τον Σπυρίδωνα Νικολόπουλο (1913), ο οποίος διετέλεσε διευθυντής της έως τον θάνατό του (1938). Έπειτα από διάφορες διακοπές της έκδοσής της, που οφείλονταν στην οξύτητα των… …   Dictionary of Greek

  • εθνικισμός — Η προσήλωση σε μεγάλο βαθμό στο έθνος και στα εθνικά ιδανικά, που ορισμένες φορές συνοδεύεται από ξενοφοβία και επιθυμία απομόνωσης· εθνική συνείδηση που χαρακτηρίζεται από την πεποίθηση ότι το έθνος υπερέχει από τα άλλα και οφείλει να προβάλλει… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”